-Τι διάολο είναι αυτός ο θόρυβος;
-Δεν ξέρω. Τι άκουσες;
-Σα να τρίζει. Κάτι μεταλλικό.
-Δεν ακούω. Η μουσική είναι δυνατά.
-Τι είπες;
-Η ΜΟΥΣΙΚΗ ΕΙΝΑΙ ΔΥΝΑΤΑ. ΧΑΜΗΛΩΣΕ ΤΗ ΜΟΥΣΙΚΗ!
-Τώρα καλύτερα;
-Κάπως. Ξέρεις. Μερικές φορές. Έχεις αυτή την αίσθηση ότι βαριέσαι να εξηγήσεις κάποια πράγματα. Ότι είναι μάταιο. Δεν θα αλλάξει και τίποτε. Καταλαβαίνεις;
-Όχι.
-Δεν άργησα;
-Όχι. Γιατί δε με ρωτάς γιατί άργησα εγώ αφού αυτό θέλεις να πεις;
-Τι εννοείς;
-Είναι από αυτές τις ερωτήσεις που κάνεις υπονοώντας ότι έχει κάνει αυτό που ρωτάς ο άλλος;
-Δεν ήθελα να πω αυτό. Αν ήθελα να σε ρωτήσω γιατι άργησες θα το έκανα.
-Τότε γιατί ρωτάς αν άργησες ενώ με περίμενες να έρθω. Πώς γίνεται, σε ένα ραντεβού, να αργήσει αυτός που περιμένει τον άλλο;
Είπε και σταμάτησε. Τους είχε πιάσει το φανάρι.
-"Ιχ".
-Τι;
-Το αυτοκίνητο.
-Το αυτοκίνητο τι;
-Μυρίζει.
-Τι μυρίζει;
-Μυρίζει, σαν, τουαλέτα. Γιατί;
-Ξέρεις. Μερικές φορές. Δεν αξίζει να εξηγείς κάποια πράγματα. Το αυτοκίνητο μυρίζει ΣΚΑΤΑ. Είτε ξέρεις το λόγο, είτε όχι, δε θα αλλάξει κάτι. Το αυτοκίνητο θα συνεχίσει να μυρίζει ΣΚΑΤΑ. Και η μπλούζα σου θα συνεχίσει να είναι πορτοκαλί. Χωρίς κάποιο λόγο. Ή μάλλον, θα μπορούσε κανείς να πει, ότι το αυτοκίνητο, μυρίζει ΣΚΑΤΑ για τον ίδιο λόγο που η μπλούζα σου είναι πορτοκαλί. Είτε αυτό είναι αλήθεια, είτε όχι, ΔΕ ΘΑ ΚΑΝΕΙ ΚΑΠΟΙΑ ΔΙΑΦΟΡΑ.
Συνέχισε να οδηγεί.
-Μανταρινί.
Την κοίταξε.
-Τι μανταρινί;
Ρώτησε.
-Η μπλούζα μου. Είναι μανταρινί.
Κοίταξε την μπλούζα. Δεν απάντησε. Όταν γύρισε σπίτι, ήταν σίγουρος πως άκουγε ένα μεταλλικό τρίξιμο.